Δευτέρα 23 Μαΐου 2022

ΑΤΑΚΤΩΣ ΕΙΡΗΜΕΝΑ.... ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ - ΙΣΤΟΡΊΑ 4 - ΤΌ ΓΛΟΥΓΛΟΥ

  ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ - ΙΣΤΟΡΊΑ 4 - ΤΌ ΓΛΟΥΓΛΟΥ

ΤΟ ΓΛΟΥΓΛΟΥ 

Εγώ ένας άνθρωπος της πόλης, πρωτευουσιάνος γαρ, μαθημένος στις ανέσεις της, είχα πάντα ένα καϋμό  για την ζωή στην επαρχία. Και όταν λέμε επαρχία δε μιλάμε για πόλη γιατί όπως και να το κάνουμε είναι σχεδόν ίδια με της πρωτεύουσας πάντα προς το καλύτερο, αλλά κάποιο χωριό, με την άπλα του και όλα του τα καλά.

Βλέπεις ο Αθηνοκεντρισμός, συγκεντρώνοντας όλες τις κρατικές υπηρεσίες στη μεγάλη πόλη από τη μια, μαζί με το μύθο της παραμυθένιας ζωή από την άλλη, έφερε πολύ κόσμο μαζί με  την ανάγκη για στέγη, μαζεύοντας έτσι στο υπέροχο κατά τα άλλα κλεινόν Άστυ κάθε καρυδιάς καρύδι.

Τα λιγοστά σπίτια προς ενοικίαση, που τα πιο πολλά ήταν κατά βάση ένα δωμάτιο με όλα τα άλλα κοινόχρηστα, απλά βόλευαν τους εργένηδες μέχρι κάποιο βαθμό βέβαια, γιατί υπήρχαν και οι έρωτες που έφερναν γάμους, οι γάμοι έφερναν παιδιά μαζί με την ανάγκη για περισσότερο χώρο αλλά δεν υπήρχαν και τα ανάλογα λεφτά για ένα συγκροτημένο σπίτι. Το όνειρο όμως να έχει ο καθ' ένας το δικό του κεραμίδι για να βάλει πάνω από το κεφάλι του έγινε επιτακτική ανάγκη και άρχισε η άναρχη  ανοικοδόμηση. Έτσι χτίσανε όλο το λεκανοπέδιο, απ' τα βουνά ως τη θάλασσα. Τις νύχτες χτίζανε στη ζούλα έτσι που το πρωί έβρισκε φυτρωμένα σπίτια, γιατί  αστυνομία καραδοκούσε. Η πρώτη πλάκα ήταν να πέσει. Όλα τα άλλα έρχονταν από μόνα τους.

Φως, νερό, τηλέφωνο, συγκοινωνία και δώσ' του νέα χτισίματα ήταν και κάτι φωτίτσες που κάψαν περιαστικά δάση αλλά τρίχες ποιος νοιαζόντανε για λεπτομέρειες. Σύντομα φύτρωσαν σπίτια και αν ήταν και η περιοχή φιλέτο, φύτρωναν βιλάρες με πισίνες και φράχτες πανύψηλους που κρύβαν τη χλιδή από τα μάτια του πόπολου. Η κατάσταση, με τη πάροδο του χρόνου όλο και χειροτέρευε. Μέχρι που πήξαμε.

Ένα τεράστιο στρατόπεδο συγκέντρωσης, ταλαίπωρων τέως ευτυχισμένων ανθρώπων, που σε κάθε ευκαιρία την κοπανάν για τα χωριά τους, μπας και νοιώσουν ξανά ελεύθεροι έστω και για λίγο.

Εγώ γεννήθηκα σε περιβάλλον πόλης. Απόλυτα προσαρμοσμένος, ικανοποιημένος από την αυλή μας, τη γειτονιά μας.

Μέχρι που γνώρισα την επαρχία!!! 

Τι ήταν αυτό!!!  Ένας άγνωστος κόσμος που ζούσε μόνο στη φαντασία μου από παραμύθια και ιστορίες από μεγαλύτερους που με τη σειρά τους και αυτοί ήταν νοσταλγοί από αλλά μέρη, είτε από την Ελλάδα είτε από την τραγική μοίρα της προσφυγιάς.

Έτσι ένοιωσα σα να γνώριζα τα πάντα και προσαρμόστηκα στα γρήγορα, μέχρι και μουλάρι καβάλησα με σχετική επιτυχία, γιατί με δυσκόλεψε λίγο να το οδηγήσω. Δεν ήταν ποδήλατο!! Τέλος πάντων. Αυτό είναι μια άλλη ιστορία που κάποτε θα την πούμε.

Αλλά όλα τα καλά κάποτε τελειώνουν και μένουν οι βασανιστικές αναμνήσεις που σαν απωθημένα γίνονται έμμονες ιδέες. 

Μεγαλώνοντας έπεσα στη βιοπάλη και που καιρός για εξοχές και γνήσια γεωργική ζωή.. Ένας μήνας άδεια  και αυτός πολλές φορές λειψός ή οικτρά κουτσουρεμένος από τις υποχρεώσεις, καλοκαιρινός με την οικογένεια στη θάλασσα, για να γεμίσουν ξανά οι μπαταρίες. για τον υπόλοιπο χρόνο. σκληρής δουλειάς. Τα Σαββατοκύριακα και τα τριήμερα οάσεις στην έρημο της μονοτονίας του αγώνα για επιβίωση!! 

Εκεί ξεσάλωνα. Τη κοπάναγα για κοντινές εξοχές. Έτσι έμαθα να ξεχωρίζω τα χόρτα, να αντιλαμβάνομαι τη διάθεση των ζωντανών και να αποφεύγω επικίνδυνα μέρη, γιατί όπως μου άρεσε να γυρνώ στα καταράχια, σέρνονταν κάτι φιδάρες νάααα με το συμπάθιο κιόλας.

Οι καρποί της γης, με δελέαζαν και όλο και κάποιο φρούτο ή άλλο καρπό στραμπούλαγα. που ήταν ο ωραιότερος του κόσμου. Όλοι με είχαν πάρει χαμπάρι και ο καθ΄ ένας έφερνε τα καλούδια του.

Αυτό όμως που λάτρεψα ήταν τα κοτέτσια με τις τρυφερές κοτούλες και τα φρέσκα αυγουλάκια. Εντάξει ήταν και τα κουνέλια, αλλά αυτά μόνο για φωτογραφία!!!

Πρόλαβα το συγκεκριμένο κοτέτσι σε πλήρη ανάπτυξη. Κάπου εξήντα κότες με δυο κοκόρια αφεντικά που φρόντιζαν τα αυγά να είναι αλανιάρικα. Βάτεβαν τις κότες σαν κυρίαρχοι πασάδες στο χαρέμι τους.

Κάποτε, έπεσε η ιδέα και για γαλοπούλες, έτσι αγόρασαν ένα ζευγάρι και το έβαλαν στο κοτέτσι μαζί με τις κότες. Εκεί να δεις ρατσισμό! Για να μπορέσουν να φάνε έτσι μικρούλικα που ήταν, έπρεπε να περιμένουν στο περίσσεμα και αυτό κάτω από την απειλή του μνησίκακου τσιμπήματος από τις κότες που αν και πάντα χορτάτες, υπερασπίζονταν την μέχρι τώρα αποκλειστικότητα στη τροφή.

Η ρουφιάνα η φύση όμως συνεχίζει την εξέλιξη και οι μυξιάρικες γαλοπούλες άρχισαν να θεριεύουν και να διεκδικούν με επιτυχία το μερίδιο τους στη διατροφή και σιγά σιγά όταν με τη πάροδο του χρόνου τα κοκόρια έγιναν σουπίτσα ή κρασάτα, απέμειναν σαν τα μεγάλα αφεντικά του κοτετσιού.

Τσίμπαγαν τις κότες και έπαιρναν πρώτοι το μερίδιο του λέοντος από την τροφή. Έτσι αποφασίστηκε η μετακόμιση σε ένα βοηθητικό κοτέτσι. Μια ολόκληρη δική τους αυτοκρατορία. Καμάρωνε ο αρσενικός, φούσκωνε και έβγαζε την χαρακτηριστική φωνή του, ¨η αν θέλετε ερωτικό κάλεσμα.

"ΓΛΟΥ - ΓΛΟΥ - ΓΛΟΥ"

Έτσι και του έμεινε το όνομα "γλουγλού". 

Ζωή παραμυθένια. Καλό φαγητό, σεξ κατ' αποκλειστικότητα, άνεση χώρου. 

Όλα τέλεια!! Υπέροχο καλοκαίρι, ονειρεμένο φθινόπωρο, ιδανικός χειμώνας. και δωσ' του γλουγλού και ξανά γλουγλού. 

Μέχρι που φτάσανε οι μεγάλες γιορτές, τα Χριστούγεννα και όπως το έθιμο απαιτούσε, ο ερωτικός του σύντροφος ακολούθησε τη προδιαγεγραμμένη μοίρα της, καταλήγοντας στο φούρνο γεμιστή, συνοδευόμενη από πατάτες, ένα αριστούργημα στη γεύση. Θρεφτάρι είχε γίνει!!

Όμως το κακόμοιρο το γλουγλού χήρεψεεεε!!!  Σταματήσαν τα αγέρωχα ξεφωνητά, και άρχισαν τα δειλά και φοβησμένα κλαψουρίσματα. Σα να κατάλαβε τη μοίρα των οικόσιτων πτηνών.

Τελικά αποφασίστηκε να μετακομίσει ξανά στο μεγάλο κοτέτσι με τις κότες! Τότε αφεντικό ήταν ένα από τα μικρά κοκοράκια, τζόρας και απόλυτος άρχοντας. 

Το γλουγλού έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία. Θηρίο ολόκληρο έκανε ότι ήθελε. Ξαναβρήκε την αυτοπεποίθησή του και ξανάρχισαν τα θριαμβευτικά γλουγλού.

Έτσι η ζωή στο κοτέτσι βρήκε πάλι κάποιο ρυθμό!! Ναι αλλά για πόσο καιρό;

Ώσπου μια μέρα βρέθηκε μια κότα ψόφια. Εντάξει αυτά γίνονται στα μεγάλα κοτέτσια, αλλά το φαινόμενο άρχισε να παίρνει διαστάσεις και κόντευε να γίνει καθημερινό γεγονός, πράγμα πολύ ανησυχητικό.

Όλες οι κότες ήταν υγιέστατες. Κάτι λοιπόν τις σκότωνε.

Υποθέσεις κάθε λογής, Όλοι λέγαν το μακρύ τους και το κοντό τους, ώσπου βρέθηκε ο ένοχος.

Κάθε αγέρωχη κραυγή γλουγλού ήταν και ένα βάτεμα κότας. Το τεράστιο βάρος του και το επί αρκετή ώρα πλάκωμα της κότας την έσκαγε με αποτέλεσμα να τη βρίσκουμε κακαρωμένη.

Άμεσα μεταφέρθηκε στο βοηθητικό κοτέτσι και για καλή του τύχη γλύτωσε από το ψήσιμο χάρη στο γείτονα που στο κτήμα του είχε ολόκληρο κοτέτσι με γαλοπούλες και του χρειαζόντανε ένας αρσενικός επιβήτορας.

Αυτή ήταν και η τελευταία του μετακόμιση. Ποιος στη χάρη του. Αυτοκράτορας!! ή καλύτερα πασάς ανατολίτης με το χαρέμι του.  Όλη τη μέρα γλουγλού, γλουγλου και βάτεμα και ξανά γλουγλού γλουγλού και βάτεμα. 

Και ο καιρός περνούσε.... Άνοιξη, καλοκαίρι, φθινόπωρο και πάλι χειμώνας με τις γιορτές , χαρά για τους ανθρώπους, αλλά θρήνος για τις γαλοπούλες. Όλο το κοτέτσι πουλήθηκε εκτός από μια γαλοπούλα, που πήραμε σε ανταμοιβή των υπηρεσιών του γλουγλού για το εορταστικό μας τραπέζι.

Άντε και εις άλλα με υγεία!!

Αργύρης Χατζηκυπραίος



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου