Τρίτη 9 Απριλίου 2024

ΑΤΑΚΤΩΣ ΕΙΡΗΜΕΝΑ.... ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗ - ΙΣΤΟΡΙΑ 18η .. 50 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟ ΚΟΥΡΜΠΕΤΙ

 ΑΤΑΚΤΩΣ ΕΙΡΗΜΕΝΑ....   ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑ 18η .. 50 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟ ΚΟΥΡΜΠΕΤΙ

Όταν ο αγώνας για την επιβίωση σε σπρώχνει για 50 χρόνια να αγωνίζεσαι σε ελεύθερη αγορά, έξω από την ευγενή προστασία του δημοσίου, αντιμετωπίζεις πολλά ευτράπελα, δύσκολα ή και τραγικά ακόμα γεγονότα που ανατρέπουν τα πάντα.

Όπλο μου σε όλο αυτό το μπάχαλο, το χιούμορ. Όλα αντιμετωπίζονται με το χιούμορ.

Έτσι, χωρίς χρονικό προσδιορισμό, αναφέρω γεγονότα αστεία, χωρίς να ονομάζω πρόσωπα, γιατί όλα είναι υπαρκτά και υπάρχουν και αναγνώστες μου, που μάλλον γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα ή ακόμα και οι ίδιοι είναι ήρωες των περιστατικών.

Και ξεκινώ 

Ο φίλος μου ο Λευτέρης, από τα παιδικά μας χρόνια κολλητός, ο μόνος από τη γειτονιά που δεν είχαμε παίξει ξύλο. Άγριες εποχές με αγώνες κατάταξης στην υπόληψη των άλλων, κάτι σαν ιεραρχία που είχα εξασφαλίσει από τη φυσική σωματική μου δύναμη. 

Ποιός λέει ότι οι καυγάδες μεταξύ παιδιών για κυριαρχία, είναι σημερινό φαινόμενο; Απλά δεν ασχολούνταν κανένα κοινωνικό μέσο με κάποιο σπασμένο κεφάλι από αδέσποτη ή έστω και "δεσποτική" πέτρα. 

Σκληρός πυρήνας της ομάδας, υπήρξε ο αδιαφιλονίκητος αρχηγός Γιάννης Κ. και ακολουθούσαμε, εγώ, ο Λευτεράκης, ο Πετρόλιας, ο Θύμιος κ.α.

Σκοπός μας ήταν να διατηρούμε τις αλάνες μας ασφαλείς και τα κορίτσια της παρέας μας κορώνα στο κεφάλι μας. 

Η αλληλοβοήθεια ήταν το Α και το Ω για όλους μας.

Αυτά τα λίγα για τα τρυφερά μου χρόνια, το καιρό που οι αλάνες ήταν πιο πολλές από τα σπίτια.

Μια μέρα λοιπόν, ήρθε ο Λευτεράκης, με κοντό μπλέ παντελονάκι και άσπρο πεντακάθαρο πουκαμισάκι και καμάρωνε σαν γύφτικο σκεπάρνι.

Ψηλός και αδύνατος όπως ήταν τον είδε ο μπακάλης της γειτονιάς και ο μπαγάσας το πέταξε το καρφί του

Ρε Λευτεράκη σαν σημαία είσαι! 

Αυτό ήταν, δεν ήθελε και πολύ και από τότε του έμεινε Λευτεράκης ο Σημαίας!

Ακόμα θα θυμηθώ το ταγκαράδικο που άνοιξε σε ένα νεόκτιστο κτίριο στην άκρη μιας αλάνας, που τη χρησιμοποιούσαμε για γήπεδο. Με δύο μεγάλες τζαμαρίες που είχαν γράψει με κεφαλαία γράμματα σε δύο παράλληλα ημικύκλια 

 ΕΠΙΔΙΟΡΘ - ΟΤΗΡΙΟΝ

     ΣΤΙΛΒΟ -ΤΗΡΙΟΝ

Έτσι χωρίζονταν από το σκελετό της τζαμαρίας. 

Αναμενόμενο λοιπόν ήταν κάποιο κακοτραβηγμένο βολέ να καταλήξει στη τζαμαρία με ολέθρια αποτελέσματα. 

Μπορεί το τζάμι να αντικαταστάθηκε αλλά όχι και το γράψιμο. Έτσι έμεινε μόνο το

ΟΤΗΡΙΟΝ

ΤΗΡΙΟΝ

Έμεινε έτσι για χρόνια και έφερε γούρι, γιατί και οι δουλειές πήγαν καλά και το τζάμι δε ξανασπασε.

Ας προχωρήσουμε λίγο, να παρακάμψουμε το στρατό και να πάμε στίς φάμπρικες.

Βέβαια, δεν υπήρχε καμμία σχέση με τη σημερινή φάμπρικα που είσαι υποχρεωμένος να τρέχεις ακολουθόντας τους τρελούς ρυθμούς της παραγωγής. Τότε αρκούσε μια στάνταρ παραγωγή που το εμπορικό τμήμα, συνήθως χτίκιαζε να το προωθήσει στην αγορά. Έτσι υπήρχε χρόνος ελεύθερος σε πολλά τμήματα και ειδικά οι αποθήκες, που τελειώνοντας από τις παραδόσεις, τις παραλαβές και τη τακτοποίηση, το κωλοβάρεμα ήταν στην ημερήσια διάταξη. 

Φιλομαθέστατα τα παιδιά, ο Σταύρος Ν. ο Λευτέρης ο μπαλάκιας, και ο Σπύρος Κ. ο επιλεγόμενος Μουν#ς οι τρεις βασικοί εργάτες της αποθήκης.

Σε μια κουβέντα για την εξέλιξη των ειδών και φτάνοντας στο σημείο που οι οργανισμοί ήταν σε σημείο διαχωρισμου ζώων και φυτών, ήρθε το παράδειγμα του σφουγγαριού που ενώ φαίνεται για φυτό ανήκει στα ζώα.

Τι μου ήρθε να ρωτήσω το Σταύρο αν κατάλαβε τίποτα.

Η απάντηση με ξάφνιασε, γιατί ήταν αποστομωτική. 

- Και βέβαια κατάλαβα τα πάντα!

- Δηλαδή;

- Ζώα είναι το σφουγγάρι και η ελαφρόπετρα!

Κουφάθηκα!!  Ακόμα και σήμερα γελάω όταν το θυμάμαι. 

Και να ήταν το μόνο του κατόρθωμα;

Σε κάθε πληρωμή επέμενε να πληρώνεται σε πενηντάρικα. Τότε βέβαια είχαμε τη αγία δραχμή.

Κάποτε έσκασε το μυστικό. Όλα πήγαιναν στο τζόγο. Χτύπημα και πενηντάρικο.

Αλλά το κλου της ιστορίας, ,ήταν ο έρωτας του Σταύρου.

Η σκορδόπιστη ήταν ένα κοριτσόπουλο , όμορφο και καλοσχηματισμένο, ευκολούτσικο κατά τα λεγόμενα, έτσι που αρκετοί μουρντάρηδες είχαν πάρει το μεζέ τους. 

Ο μάγκας ο Σταυράκος τα κατάφερε και τρύπωσε στο σπίτι τους, με τη πιτσιρίκα ολίγον έγκυος, αγνώστου πατρός .

Αυτοαναγορεύτηκε λοιπόν προστάτης και υποσχέθηκε και γάμο..  Χάνεται τέτοια ευκαιρία; Με τίποτα!!!

Με συνοπτικές διαδικασίες ετοίμασαν τα χαρτιά και έγινε ο γάμος στο πιτσ φυτίλι.

Εκεί ο Σταυράκος ανακάλυψε, ότι και η πεθερά ήταν λίγο παραπάνω έγκυος από τη κόρη, με μόνη διαφορά  ότι ο πατέρας ναυτικός το επάγγελμα, έλλειπε για πάνω από 2 χρόνια. 

Εν τω μεταξύ, γέννησε η μάνα, γέννησε και η κόρη.

Και πάνω στο τσαφ, να και ο θαλασσόλυκος πατέρας. Βλέπει τα χάλια και κόντεψε να τούρθει ταμπλάς. Στο τέλος τα βρόντηξε και τη κοπάνησε απελπισμένος για άλλα λιμάνια.  

Κάπου εκεί και έχασα τα χνάρια του Σταύρου.

Βέβαια τα σπέσιαλ γεγονότα σε μια φάμπρικα δε τελειώνουν ποτέ!

Μπορώ ποτέ να ξεχάσω φιλίες που κράτησαν μια ζωή. 

Συνάδερφοι που γίναν αδερφια, αξέχαστος ο φίλος μου ο Θ. που δυστυχώς μας άφησε στη ματαιότητά μας.

Όλα όσα θα αναφέρω είναι όλα με αγάπη και σεβασμό.

Ο Θ, λοιπόν είχε από τη φύση του μια παθολογική φοβία για ορισμένα είδη εντόμων. Έτσι μια μέρα στο κήπο του, ενώ περιποιόταν τα διάφορα φυτά, μια ρημαδοακρίδα προσγειώθηκε στο χέρι του και όπως κρατούσε στο άλλο το δρεπανάκι, το κατέβασε με φόρα να σκοτώσει την ακρίδα, αλλά αντί ακρίδας έγινε ένα ευμεγέθες κόψιμο, ευτυχώς χωρίς να πειράξει κάτι παραπάνω.

Άλλη μια φορά, στο χώρο του γεμίσματος των  μπουκαλιών, με διάφορα υγρά και για να είναι και η διεύθυνση του εργοστασίου σύμφωνη με την εντολή του υπουργείου, είχε δημιουργηθεί ένα ντούζ που περισσότερο θύμιζε αποχωρητήριο χωριάτικο. Εκεί λοιπόν πήγαινε ο Θ. και έκανε που και που κανένα μπανάκι.

Μια μέρα, όπως ήταν ολόγυμνος και με τις σαπουνάδες, σηκώνοντας το κεφάλι του ψηλά είδε στο πάτερο δυο κατσαριδάρες και έντρομος , άνοιξε τη πόρτα και πετάχτηκε έξω προς τέρψη των εργατριών κάπου 80 τον αριθμόν και διασκέδασαν με τη καρδιά τους το γεγονός. 

Φυσικά στο νέο εργοστάσιο οι εγκαταστάσεις , έγιναν σύγχρονες και λειτουργικές, αλλά και εκεί είχαμε τα ευτράπελα.

Συνάδερφος, εργάτης συνήθιζε να κλέβει χρόνο και να κάνει το μπανάκι του. Τον πήρε χαμπάρι κάποιος "φίλος" του και τη κρίσιμη στιγμή του ξεβγάλματος από τα σαπούνια του έκοψε το κρύο νερό και χωρίς να καταλάβει τη πουστιά το δύστυχο θύμα ζεματίστηκε από το καυτό νερό που του ήρθε απρόσμενα. Εμείς το μάθαμε από τις κραυγές πόνου του ταλαίπωρου χωρίς ποτέ να μάθουμε τον υπαίτιο του κακού.

Ένας άλλος πάλι, το είχε βρει δίπορτο, τα είχε με τη μάνα αλλά παντρεύτηκε τη κόρη χωρίς να σταματήσει τη σεξουαλική του διπλή δραστηριότητα. Αλλά αγαπάει ο Θεός το κλέφτη αλλά δεν αφήνει και στην απέξω το νοικοκύρη. Θεός είναι, ότι θέλει κάνει. Έτσι μια μέρα η αγαπημένη του γυναικούλα τους έπιασε στα πράσα. Μεγάλο το σοκ, αλλά και μεγαλύτερη η εκδίκηση.  Όλοι οι φίλοι του πήραν το μεζέ τους από μια αγνώριστη πλέον Μ. Έτσι για την ιστορία, εγώ έμεινα έξω από το χορό και ας με είπανε και μ@λ@κ@ .

Βέβαια θα μπορούσα να γράψω ολόκληρα βιβλία, αλλά θα τελειώσω με τον αξέχαστο φίλο και συνάδελφο Γ. Κ.

Δεν είχε έρθει στη δουλειά και ανησυχήσαμε γι'αυτό με το σχόλασμα αντί για σπίτι, πήγαμε με το φίλο μου το Θ. στο Περιστέρι που έμενε ο Γ.Κ.

Είχε, ένα λαϊκό σπίτι άνετο με μεγάλη αυλή. 

Μπαίνοντας από τη πόρτα βρεθήκαμε σε ένα χάος από απλωμένα ρούχα, σεντόνια, κουρελούδες και ο,τι άλλο μπορεί να έχει ένα σπίτι για άπλωμα. Τα παραμερίσαμε και φωνάζοντας το συνάδελφο το βλέπουμε να πετάγεται πανικόβλητος, αποτρέποντας μας να πλησιάσουμε φωνάζοντας "Μη πλησιάζετε, φύγετε γρήγορα, έχουμε κολλήσει ψείρες από τα παιδιά".

Αυτό ήταν! Και 'μεις όπου φύγει - φύγει. 

Οπότε από το μυαλό του Θ. περνάει η ολέθρια ιδέα.

-Και αν όπως περνούσαμε κάτω από τα ρούχα, μας έπεσε και σε μας καμιά ψείρα;

Τι ήταν να το πει; Μόνο με την ιδέα ότι υπήρχε και αυτή η πιθανότητα άρχισε μια ακατάπαυστη φαγούρα που δε σταμάτησε παρά μετά από ένα ζεστό λυτρωτικό μπάνιο. 

Αυτά για σήμερα και θα τα ξαναπούμε, ξετυλίγοντας το κουβάρι των αναμνήσεων μου .

Χατζηκυπραίος Αργύρης.