Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

ΑΤΑΚΤΩΣ ΕΙΡΗΜΕΝΑ.... ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ - ΙΣΤΟΡΙΑ 20η - ΤΟ ΟΤΟ ΣΤΟΠ

ΑΤΑΚΤΩΣ ΕΙΡΗΜΕΝΑ....   ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑ 20η -    ΤΟ ΟΤΟ ΣΤΟΠ 

Πάλι ξεχύθηκαν οι σκέψεις και όσο κι αν προσπάθησα να τις περιορίσω, αυτές ξεπήδησαν και με κυρίευσαν. 

Για να πω την αλήθεια, μου αρέσει αυτή η αναπόληση γιατί ως επί το πλείστον λόγω του αισιόδοξου χαρακτήρα μου, όλες σχεδόν οι αναμνήσεις είναι από ευχάριστες έως αστείες, πράγμα που με κάνει να αισθάνομαι υπέροχα.

Πάει πολύς καιρός από τότε αλλά είναι όλα τόσο ζωντανά!

Παληκαρόπουλο τότε, το καιρό που η θάλασσα είχε γίνει γιαούρτι και υπήρχαν και τα ατσαλωμένα κουτάλια, ξεκινήσαμε με ένα φίλο μου καρδιακό για μια περατζάδα με το αυτοκίνητο του, μπας και πετύχουμε καμιά τουρίστρια της προκοπής και ότι ήθελε προκύψει. 

Δυστυχώς όμως στο διάβα μας βρέθηκαν μόνο νταγλαράδες και ζευγαρωμένα θηλυκά.

Τελικά καταλήξαμε κάτω από τη γέφυρα του Γοργοποτάμου σε μια υπέροχη ταβέρνα, του Τεμπέλη. Κλασικό στέκι κυνηγών με ένα κοκορέτσι μούρλια.


Παραγγείλαμε και πίνοντας το κρασάκι μας πιάσαμε κουβέντα με τους θαμώνες και το θηροφύλακα.

Τι όμορφες ιστορίες για κυνήγια με αγριογούρουνα, ενέδρες στα περάσματα και οι άγραφοι κανόνες  που ισχύουν για να μπει κάποιος στη παρέα. Έτσι και ένας νέος στη παρέα, τοποθετήθηκε στο πιο απίθανο σημείο που θα μπορούσε να περάσει το θηρίο.

Έλα που το αγριογούρουνο είχε δικό του δρομολόγιο και πέρασε μπροστά από το νέο!

Μπαμ και κάτω. Και το ωραίο είναι ότι εκτός από τη δόξα και το μερίδιο, δικαιούται και το κεφάλι. Τώρα αν οι άλλοι ήταν στημένοι για δυο μέρες, είναι άλλο καπέλο.

Για να μη πολυλογώ, φάγαμε του σκασμού και ήπιαμε τον αγλέορα μέχρι που άρχισε να νυχτώνει και ξεκινήσαμε προς το Βόλο.

Νύχτα προχωρημένη και όλα τα ξενοδοχεία στις δικές μας οικονομικές δυνατότητες γεμάτα. 

Πετύχαμε ένα ήσυχο μέρος και αποφασίσαμε να διανυκτερεύσουμε υπαίθρια μια που βοηθούσε και ο καιρός. 

Υπήρχε μια κουβέρτα χοντρή που βόλεψε το φίλο μου να ξαπλώσει στο γρασίδι. Εγώ βολεύτηκα στο τιμόνι του αυτοκινήτου.

Μετά από τέτοια κρασοκατάνυξη δε θέλαμε και πολλά. Ο ύπνος ήρθε λυτρωτικός και γρήγορα.

Το πρωί ανακαλύψαμε ότι το ήσυχο μέρος που σταματήσαμε ήταν έξω από το νεκροταφείο. Γι αυτό και επικρατούσε "άκρα του τάφου σιωπή"

Τέλος πάντων, τα μαζέψαμε και τη κοπανήσαμε για το Πήλιο.

Σε ένα, δε θυμάμαι ποιο, από τα όμορφα χωριά του πήραμε το πρωινό μας, αγοράσαμε και δύο τεράστιες γαρδένιες και πήραμε το δρόμο της επιστροφής. 

Στην Αγία Μαρίνα της Στυλίδας, μια ωραία ερημική τότε παραλία αποφασίσαμε να κάνουμε ένα μπανάκι.

Ανακάλυψα ότι στα δύο μέτρα βάθος είχε τεράστιες πίνες. Ασχολήθηκα περίπου μισή ώρα πριν καταφέρω να ξεκολλήσω μια περίπου 25 πόντους, ένα ολόκληρο γεύμα. 


Τότε μόνο αντιλήφθηκα ότι ο φίλος μου είχε μπει χωρίς μαγιό μια που είμασταν μόνοι μας στη παραλία.

Είναι αλήθεια ότι όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος . 

Ξαφνικά από το πουθενά, σκάνε τέσσερα αμάξια με μια τεράστια  παρέα, έτσι που γέμισε κόσμο η παραλία. Ειδικά θυμάμαι μια παλάβρα που μόλις βγήκε από το αμάξι αναφώνησε σηκώνοντας τα χέρια ψηλά "θάλαττα θάλαττα". Ήθελα να της πω ότι μας ψόφησε στη καθαρεύουσα, αλλά το άφησα να περάσει.

Ο φίλος μου βρέθηκε σε αδιέξοδο και κάνοντας μου απεγνωσμένα νοήματα προσπαθούσε να τραβήξει την προσοχή μου. Εγώ σπάζοντας πλάκα έκανα το Γερμανό, οπότε ξεσπώντας έβαλε τις φωνές, καλώντας με να αλλάξω και να του δώσω το μαγιό μου για να βγει έξω, ειδ άλλως θα έβγαινε σαν τη Μαρία Μοντεζ, όπως χαρακτηριστικά είχε πει, δηλαδή όπως το γέννησε η μάνα του.

Τελικά βρήκα ευκαιρία και άλλαξα μέσα στο αυτοκίνητο, του πέταξα το μαγιό και τελικά βγήκε στη στεριά. 

Η πίνα έγινε ένας υπέροχος τσιπουρομεζές σπέσιαλ και όλος δικός μου, μια που ο φίλος μου ούτε που να το σκεφτεί να δοκιμάσει ωμή πίνα, μόνο με λεμονάκι.

Από κει και πέρα όλα ήταν πιο απλά. Φτάσαμε στα σπίτια μας χωρίς απρόοπτα, ψόφιοι από τη κούραση, αλλά ευχαριστημένοι από το κουραστικό αλλά  λυτρωτικό Σαββατοκύριακο. 

Αφιερωμένο στη μνήμη του αγαπημένου μου φίλου Θάνου 

Αργύρης Χατζηκυπραίος


Πέμπτη 2 Μαΐου 2024

ΑΤΑΚΤΩΣ ΕΙΡΗΜΕΝΑ.... ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ - ΙΣΤΟΡΙΑ 19η - ΑΤΙΜΟ ΠΡΑΓΜΑ Η ΜΝΗΜΗ

 ΑΤΑΚΤΩΣ ΕΙΡΗΜΕΝΑ....   ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑ 19η - ΑΤΙΜΟ ΠΡΑΓΜΑ Η ΜΝΗΜΗ




 Άτιμο πράγμα η μνήμη! Πότε δε ξέρεις τη στιγμή που θα πεταχτεί κάποια ανάμνηση.  Χτες, η κουβέντα το έφερε στα σκυλάκια. 

Κλασικός σύντροφος και φίλος του ανθρώπου.. 

Ποτέ δε τα φοβήθηκα και δε ξέρω αν αυτό ήταν και η αιτία που πάντα μου κουνούσαν την ουρά και πλησίαζαν για να εισπράξουν ένα χάδι που τόσο το έχουν ανάγκη.

Τα τρυφερά μου χρόνια τα πέρασα σε σπίτι "οξυζενέ" . Ούτε ζώα αλλά και άλλα ζωντανά. Πέτρινα χρόνια έτσι που το κατοικίδιο δεν είχε το δικό του χώρο ούτε και το χρόνο να ασχοληθει κάποιος μαζί του

Δύσκολα και τα χρόνια έτσι που το πιο γνωστό ζώο ήταν γαϊδούρι ή το μουλάρι του μανάβη. 

Βέβαια πάντα για τους αστούς υπήρχαν και τα πρόχειρα ζωολογικά πάρκα που στα αθώα παιδικά μας μάτια τα φοβερά και τρομερά θηρία μας έκαναν να νιώθουμε τουλάχιστον σαν το Ταρζάν, αλλά σε ασφαλή απόσταση!

Ήταν ακόμα και αυτό το φημισμένο τσίρκο Μεντράνο που εκτός από τα υπέροχα ακροβατικά του, είχε στο πρόγραμμα του και δεξιοτεχνία πάσης φύσεως ζώων, από σκυλάκια μέχρι ελέφαντες. 

Πολύ αργότερα συνειδητοποιήσαμε ότι για να φτάσουν σ' αυτό το επίπεδο είχαν υποστεί του κόσμου τα βασανιστήρια και αυτός ήταν και ο λόγος που απαγορεύτηκαν.  

Δε θα παραλείψω και το κλασικό γύφτο με την αρκούδα. 

Με ένα χαλκά περασμένο στη μύτη και μια χοντρή αλυσίδα που κατέληγε στο χέρι του αφεντικού της, ένα άσπρο τούλι σε σχήμα φούστας και το όνομα αυτής Μαρία. και απαραίτητο αξεσουάρΤο ντέφι που έδινε το ρυθμό και στο τέλος περιφέρονταν σαν δίσκος για να βγει και ο κόπος!

Ποιος ξέρει πόσο ξύλο έπεσε για να μάθει το δύστυχο ζωντανό να υπακούει στις εντολές του αφεντικού του. 

Και μεις θαυμάζαμε και γελούσαμε γιατί έτσι τα βρήκαμε, γιατί μόλις είχαμε βγει από ένα αδελφοκτόνο εμφύλιο και γιατί έτσι ήταν τότε ο κόσμος. 

Έπρεπε να ζεις στην επαρχία για να ξέρεις για τα ζώα. Εκεί που ο σκύλος και η γάτα ήταν μέλη της οικογένειας, το γαϊδούρι το μουλάρι και το άλογο, σύντροφοι στον αγώνα για την επιβίωση. 

Βέβαια η κτηνοτροφία ήταν το μεγάλο ατού της εξοχής, αλλά η πτηνοτροφία ήταν στα σπάργανα. 

Ο κύριος όγκος των αβγών ήταν από τη Τουρκία και η πιθανότητα να πέσεις σε κλούβιο κάθε άλλο παρά μικρή ήταν. Έτσι και έσπαγε κανένα κατά λάθος, η μπόχα που έβγαινε ήταν ανυπόφορη.

Άλλη εποχή! Τα πουλερικά ελάχιστα. Πήγαινες να αγοράζεις κοτόπουλο και σε ρώταγαν ποιόν θα έχετε άρρωστο στο σπίτι, γιατί θεωρούνταν σαν ιδανική τροφή για ανάρρωση. Ακόμα και το πορτοκάλι σπάνιζε και πουλιόταν με το κομμάτι..

Δύσκολα αλλά ωραία χρόνια.

Όχι επειδή υπήρχαν τα νιάτα αλλά επειδή ήταν ο κόσμος αλλιώς. 

Ποτέ αθώος αλλά ούτε και αδιάφορος. 

Υπήρχε αυτό το κάτι άλλο που σήμερα εξελίχθηκε σε ΜΚΟ αλλά τότε δεν υπήρχαν τα υπόγεια συμφέροντα.

Τέλος πάντων. Το θέμα αυτό είναι ατελείωτο. 

Εγώ προσωπικά πιστεύω ότι κάθε εποχή έχει και τα καλά αλλά και τα άσχημα της. 

Η δική μου επαφή με τα ζώα ήρθε με την οικογενειακή επίσκεψη στο χωριό του παππού και της γιαγιάς από το σόι της μητέρας μου. 

Πάπας ήταν ο παππούς στη Σταυρούπολη Ξάνθης. Περιοχή παραμεθόριος που για να πα χρειάζονταν ειδική άδεια από την Ασφάλεια. Ταξίδι με τα όλα του. Να 'ναι καλά τα τρένα που σαν ΣΕΚ εκείνη την εποχή ήταν και το ασφαλέστερο μέσο μεταφοράς.  

Εκστασιάστηκα με το χωριό και με τα πάσης φύσεως ζώα. Βέβαια πάντα από απόσταση ασφαλείας και πάντα με τη τόλμη της απειρίας όλο και πλησίαζα. Έφαγα και μια ελαφριά κλωτσιά από ένα γαϊδουράκι που μου έκοψε το τσαμπουκά, αλλά ευτυχώς βρέθηκε κάποιος χριστιανός και με ανέβασε σε ένα τετράποδο. Τώρα αν ήταν γαϊδουράκι ή μουλαράκι δε το γνώριζα. Μου είπε τι θα κάνω και το άφησε. Περπάταγε ήρεμα παράλληλα στη γραμμή του τρένου και εγώ ήμουν μέσ τη τρελή χαρά.

Τότε ήταν που ακούστηκε το σφύριγμα του τρένου και μόλις φάνηκε από μακριά, στα παιδικά μου μάτια φάνηκε σαν ένας τεράστιος δράκος  

Πανικός!

Χτύπαγα το δύστυχο ζωντανό στο κεφάλι όπως μου είχαν πει, στην αρχή ελαφρά σαν χάδι αλλά όσο το τρένο πλησίαζε και ο πανικός μου μεγάλωνε τόσο και η ένταση αυξάνονταν, ώσπου ήρθε ο φίλος αγρότης, με κατέβασε και σταμάτησε το μαρτύριο μου. Τότε είδα πως λίγο πιο πέρα ήταν όλο το σόι και θαύμαζε το πεντάχρονο κάου μπόι.

Πέρασαν αρκετά χρόνια και έφηβος πια με αρκετές γνώσεις για τα ζώα, βρέθηκα πάλι σε οικογενειακή επίσκεψη στο χωριό Κεραμωτή Καβάλας.

Ένα υπέροχο ψαροχώρι που ο θείος μου ήταν παπάς του χωριού.

Εφτά παιδιά είχε, εφτά αγαπημένα μου ξαδέρφια.

Χωριό λοιπόν και πεδίο δράσης για μένα το παιδί της πόλης. 

Τι το' θελα; 

Που να το 'ξερα πως ότι κάνει μπε δεν αρμέγεται; Και όπως το ψαχούλεβα γυρνάει και μου ρίχνει ένα κούτουλο και με καρφώνει στα βάτα. Τσίναγα σαν το μουλάρι για να το εμποδίσω να συνεχίσει τις κουτουλιές. Ευτυχώς που βρέθηκε μια από τις ξαδερφούλες μου και με έσωσε από το μαρτύριο. Πηρε το ζωντανό και με ξεσκάλωσε από τα βάτα.

Όταν της είπα τι είχε συμβεί μου απάντησε με απορία.... Καλά ρε ξάδερφε αρμέγεται ο τράγος;

Εκεί και κατάλαβα πως δε θα γινόμουν ποτέ κτηνοτρόφος. Έτσι η σχέση μας με ότι κάνει μπε παρέμεινε σε επίπεδο ψησταριάς.

Ο φιλοζωικός μου οίστρος έκτοτε περιορίστηκε σε καλλικέλαδα πτηνά κατά βάση καναρίνια με το φοβερό τους όνομα τζιτζιφρίγκος, που και που κανένα ψαράκι και το μακροβιότερο μια νεροχελώνα που τελικά κατέληξε μαζί με άλλες πολλές σε λιμνούλα του Εθνικού κήπου.


Τα σκυλάκια τα αγάπησα εξ αιτίας ενός φίλου στη Χαλκιδική που εξέτρεφε σκυλάκια ράτσας, τα maltezik toys. Πανέξυπνα, το κάθε ένα με το χώρο του, αλλά αφεντικά ήταν οι γονείς, ο Ρίχτερ και η Λάγια.  Τρισχαριτωμένα, υπάκουα και καθαρά.. 

Αλλά τα χαιρόμουν μόνο για ένα μήνα! Μετά στη πόλη την απάνθρωπη με τους τρελούς ρυθμούς δε χώραγε στη ζωή μου όχι σκυλάκι αλλά ούτε κουνούπι!!!

Πολύ αργότερα, η κόρη μου είχε που ζούσε στην  Αργολίδα πήρε  ένα Λαμπραντόρ τη Λίζα, Φύλακας και φίλη. Πίσω από το μαγαζί σε ένα χώρο έξη στρεμμάτων, με ελεύθερη πρόσβαση από παντού , ήταν το βασίλειό  της. Δε πέρναγε τίποτα χωρίς να έχει άδεια ή να είναι με γνωστή συνοδεία. Υπήρχε και ο σχετικός περιορισμός, γιατί όλοι οι πελάτες δεν ήταν και ότι καλύτερο και πάντα υπήρχε ο φόβος μπας και τους κόψει καμιά δαγκωνιά περιποιημένη.

Έτσι μια μέρα ξεκινήσαμε να πάμε βόλτα τη Λίζα και όπως πλησιάζαμε, από το πουθενά πετάχτηκε ένα τεράστιο τσοπανόσκυλο που μας κοίταζε απειλητικά. Μπήκα μπροστά, καλύπτοντας τη κόρη μου και ταυτόχρονα έψαχνα για κάτι να αμυνθώ σε περίπτωση επίθεσης. Τελικά βρήκα ένα σαπιόξυλο της πλάκας που δεν άντεχε σε καμιά κόντρα.

Κοιτώντας το σκύλο στα μάτια και προτείνοντας το ξύλο του είπα αργά αλλά επιτακτικά "κάτσε".

Δε ξέρω αλλά η εντολή λειτούργησε. Έκανα ένα βήμα και τείνοντας το χέρι μου του είπα "έλα"

Τι ήταν να το πω! Με έκδηλη χαρά άρχισε να χοροπηδάει δίπλα μας μη παραλείποντας που και που να τραβάει και κανένα γλείψιμο στα χέρια μας. Όταν τελείωσαν οι χαρές σε μας το πανηγύρι συνεχίστηκε γύρω από  τη Λίζα που τελικά δέχτηκε τη πρόταση με αποτέλεσμα ένα υπέροχο σκυλάκι το "Λέων".


Πανέμορφος σκυλάκος, γόνος λαμπραντόρ και ελληνικού ποιμενικού, με διαφορετικό χρώμα στα μάτια, χαρούμενο και παιχνιδιάρικο.

Έχετε αντιληφθεί πόσο γρήγορα μεγαλώνουν τα σκυλάκια. Ούτε που το καταλαβαίνεις. 

Φίλος με όλα τα ζωντανά, του σπιτιού  που δίπλα στο σπιτάκι του βρίσκαν καταφύγιο οι πολυάριθμες γάτες που βρίσκαν φιλόξενο περιβάλλον και τροφή.

Ο Λέων εξελίχθηκε σε ένα σκύλαρο θηριώδη που για βόλτα πόνο εγώ και ο γαμπρός μου είχαμε τη δύναμη να κουμαντάρουμε με αποτέλεσμα να υιοθετηθεί από μια οικογένεια σε μια βιλίτσα στην Επίδαυρο, αποτελώντας τον ακοίμητο φύλακα της οικογένειας.

Είχα και άλλα πολλά αλλά κλού στην ιστορία αποτελεί ένα καναρινάκι γνήσιο Μάτζεστερ σκουφάτο με το όνομα τζιτζιφρίγκος. Όνομα διαχρονικό και πάντα φοριόνταν σε όλα τα καναρίνια. Ειδικά αυτό είχε και το χαϊδευτικό "Φιρής"

Με το ξημέρωμα τον βγάζαμε σε ένα καρφί και με τις μελωδίες του τρέλαινε το κόσμο. Πέρναγε ο καιρός ανέμελα, αλλά και τα άσχημα πάντα καραδοκούν.

Καθόμουν στο καφενεδάκι της γειτονιάς και πίναμε το κρασάκι μας καλαμπουρίζοντας, όταν φάνηκε η γυναίκα μου σε μαύρο χάλι αναγγέλλοντας μου ότι ο Φιρής μας είναι άρρωστος και πεθαίνει. 

Τινάχτηκα και διαπιστώνοντας την κρισιμότητα της κατάστασης σε μια πρόχειρη αυτοψία, αποφάσισα να το πάμε σε ένα κτηνίατρο και μάλιστα σε κορυφή. Ήταν τότε  που είχε θεραπεύσει ένα βόα.και ήταν στις δόξες του. 


Πληροφορήθηκα τη διεύθυνση του και με το κλουβί ανά χείρας τέρμα το γκάζι, φώτα μεγάλα και κόρνα διέσχιζα την Αθήνα με τεράστια τύχη που δε βρέθηκε τροχονόμος να με σταματήσει. 

Άμπα, κλίση αποκλείεται να μου έδινε.... Ξύλο θα έτρωγα!

Συνέχισα σε λογικά πλαίσια, μόνο με τα αλάρμ, ώσπου έφτασα στο κτηνιατρείο.

Χαμός! Γυναίκες αγκαλιά με γατούλες και σκυλάκια με κλάματα περίμεναν τη σειρά για τη σωτήρια εξέταση.

Όταν ήρθε η σειρά μας η απάντηση ήταν "δηλητηρίαση" και το φάρμακο για αντιμετώπιση , μήπως και σωθεί ο Φιρής, ήταν η τεστοστερόνη. Μια σταγόνα τη μέρα στο στοματάκι του, τον έκανε να παρατείνει τη ζωούλα του για μια βδομάδα. 

Πότε καλυτέρευε και πότε ξανακύλαγε, ώσπου δεν άντεξε η καρδούλα του και έφυγε για το παράδεισο των πουλιών!

Θάφτηκε με όλες τις τιμές στην εξοχή με ένα σταυρό στο μνήμα του σαν καλός χριστιανός.

Από τότε κόψαμε τις επαφές με τα ζωντανά.

Πολύ αργότερα σε άλλες καταστάσεις, κάπου άλλος ένας άτυχος Φιρής  και τελικά καταλήξαμε σε δυο χρυσόψαρα που κολυμπάνε 365 μέρες του χρόνου, απλά ενισχύοντας το Φένκ Σούι του σπιτιού.

Πάντως τώρα που έρχεται Πάσχα, σαν καλός Χριστιανός ετοιμάζομαι για οβελία ή κανένα κοκορετσάκι! Βέβαια αγαπώ τα αρνάκια και οριζοντίως και καθέτως.

Αργύρης Χατζηκυπραίος


Τρίτη 9 Απριλίου 2024

ΑΤΑΚΤΩΣ ΕΙΡΗΜΕΝΑ.... ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗ - ΙΣΤΟΡΙΑ 18η .. 50 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟ ΚΟΥΡΜΠΕΤΙ

 ΑΤΑΚΤΩΣ ΕΙΡΗΜΕΝΑ....   ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑ 18η .. 50 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΟ ΚΟΥΡΜΠΕΤΙ

Όταν ο αγώνας για την επιβίωση σε σπρώχνει για 50 χρόνια να αγωνίζεσαι σε ελεύθερη αγορά, έξω από την ευγενή προστασία του δημοσίου, αντιμετωπίζεις πολλά ευτράπελα, δύσκολα ή και τραγικά ακόμα γεγονότα που ανατρέπουν τα πάντα.

Όπλο μου σε όλο αυτό το μπάχαλο, το χιούμορ. Όλα αντιμετωπίζονται με το χιούμορ.

Έτσι, χωρίς χρονικό προσδιορισμό, αναφέρω γεγονότα αστεία, χωρίς να ονομάζω πρόσωπα, γιατί όλα είναι υπαρκτά και υπάρχουν και αναγνώστες μου, που μάλλον γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα ή ακόμα και οι ίδιοι είναι ήρωες των περιστατικών.

Και ξεκινώ 

Ο φίλος μου ο Λευτέρης, από τα παιδικά μας χρόνια κολλητός, ο μόνος από τη γειτονιά που δεν είχαμε παίξει ξύλο. Άγριες εποχές με αγώνες κατάταξης στην υπόληψη των άλλων, κάτι σαν ιεραρχία που είχα εξασφαλίσει από τη φυσική σωματική μου δύναμη. 

Ποιός λέει ότι οι καυγάδες μεταξύ παιδιών για κυριαρχία, είναι σημερινό φαινόμενο; Απλά δεν ασχολούνταν κανένα κοινωνικό μέσο με κάποιο σπασμένο κεφάλι από αδέσποτη ή έστω και "δεσποτική" πέτρα. 

Σκληρός πυρήνας της ομάδας, υπήρξε ο αδιαφιλονίκητος αρχηγός Γιάννης Κ. και ακολουθούσαμε, εγώ, ο Λευτεράκης, ο Πετρόλιας, ο Θύμιος κ.α.

Σκοπός μας ήταν να διατηρούμε τις αλάνες μας ασφαλείς και τα κορίτσια της παρέας μας κορώνα στο κεφάλι μας. 

Η αλληλοβοήθεια ήταν το Α και το Ω για όλους μας.

Αυτά τα λίγα για τα τρυφερά μου χρόνια, το καιρό που οι αλάνες ήταν πιο πολλές από τα σπίτια.

Μια μέρα λοιπόν, ήρθε ο Λευτεράκης, με κοντό μπλέ παντελονάκι και άσπρο πεντακάθαρο πουκαμισάκι και καμάρωνε σαν γύφτικο σκεπάρνι.

Ψηλός και αδύνατος όπως ήταν τον είδε ο μπακάλης της γειτονιάς και ο μπαγάσας το πέταξε το καρφί του

Ρε Λευτεράκη σαν σημαία είσαι! 

Αυτό ήταν, δεν ήθελε και πολύ και από τότε του έμεινε Λευτεράκης ο Σημαίας!

Ακόμα θα θυμηθώ το ταγκαράδικο που άνοιξε σε ένα νεόκτιστο κτίριο στην άκρη μιας αλάνας, που τη χρησιμοποιούσαμε για γήπεδο. Με δύο μεγάλες τζαμαρίες που είχαν γράψει με κεφαλαία γράμματα σε δύο παράλληλα ημικύκλια 

 ΕΠΙΔΙΟΡΘ - ΟΤΗΡΙΟΝ

     ΣΤΙΛΒΟ -ΤΗΡΙΟΝ

Έτσι χωρίζονταν από το σκελετό της τζαμαρίας. 

Αναμενόμενο λοιπόν ήταν κάποιο κακοτραβηγμένο βολέ να καταλήξει στη τζαμαρία με ολέθρια αποτελέσματα. 

Μπορεί το τζάμι να αντικαταστάθηκε αλλά όχι και το γράψιμο. Έτσι έμεινε μόνο το

ΟΤΗΡΙΟΝ

ΤΗΡΙΟΝ

Έμεινε έτσι για χρόνια και έφερε γούρι, γιατί και οι δουλειές πήγαν καλά και το τζάμι δε ξανασπασε.

Ας προχωρήσουμε λίγο, να παρακάμψουμε το στρατό και να πάμε στίς φάμπρικες.

Βέβαια, δεν υπήρχε καμμία σχέση με τη σημερινή φάμπρικα που είσαι υποχρεωμένος να τρέχεις ακολουθόντας τους τρελούς ρυθμούς της παραγωγής. Τότε αρκούσε μια στάνταρ παραγωγή που το εμπορικό τμήμα, συνήθως χτίκιαζε να το προωθήσει στην αγορά. Έτσι υπήρχε χρόνος ελεύθερος σε πολλά τμήματα και ειδικά οι αποθήκες, που τελειώνοντας από τις παραδόσεις, τις παραλαβές και τη τακτοποίηση, το κωλοβάρεμα ήταν στην ημερήσια διάταξη. 

Φιλομαθέστατα τα παιδιά, ο Σταύρος Ν. ο Λευτέρης ο μπαλάκιας, και ο Σπύρος Κ. ο επιλεγόμενος Μουν#ς οι τρεις βασικοί εργάτες της αποθήκης.

Σε μια κουβέντα για την εξέλιξη των ειδών και φτάνοντας στο σημείο που οι οργανισμοί ήταν σε σημείο διαχωρισμου ζώων και φυτών, ήρθε το παράδειγμα του σφουγγαριού που ενώ φαίνεται για φυτό ανήκει στα ζώα.

Τι μου ήρθε να ρωτήσω το Σταύρο αν κατάλαβε τίποτα.

Η απάντηση με ξάφνιασε, γιατί ήταν αποστομωτική. 

- Και βέβαια κατάλαβα τα πάντα!

- Δηλαδή;

- Ζώα είναι το σφουγγάρι και η ελαφρόπετρα!

Κουφάθηκα!!  Ακόμα και σήμερα γελάω όταν το θυμάμαι. 

Και να ήταν το μόνο του κατόρθωμα;

Σε κάθε πληρωμή επέμενε να πληρώνεται σε πενηντάρικα. Τότε βέβαια είχαμε τη αγία δραχμή.

Κάποτε έσκασε το μυστικό. Όλα πήγαιναν στο τζόγο. Χτύπημα και πενηντάρικο.

Αλλά το κλου της ιστορίας, ,ήταν ο έρωτας του Σταύρου.

Η σκορδόπιστη ήταν ένα κοριτσόπουλο , όμορφο και καλοσχηματισμένο, ευκολούτσικο κατά τα λεγόμενα, έτσι που αρκετοί μουρντάρηδες είχαν πάρει το μεζέ τους. 

Ο μάγκας ο Σταυράκος τα κατάφερε και τρύπωσε στο σπίτι τους, με τη πιτσιρίκα ολίγον έγκυος, αγνώστου πατρός .

Αυτοαναγορεύτηκε λοιπόν προστάτης και υποσχέθηκε και γάμο..  Χάνεται τέτοια ευκαιρία; Με τίποτα!!!

Με συνοπτικές διαδικασίες ετοίμασαν τα χαρτιά και έγινε ο γάμος στο πιτσ φυτίλι.

Εκεί ο Σταυράκος ανακάλυψε, ότι και η πεθερά ήταν λίγο παραπάνω έγκυος από τη κόρη, με μόνη διαφορά  ότι ο πατέρας ναυτικός το επάγγελμα, έλλειπε για πάνω από 2 χρόνια. 

Εν τω μεταξύ, γέννησε η μάνα, γέννησε και η κόρη.

Και πάνω στο τσαφ, να και ο θαλασσόλυκος πατέρας. Βλέπει τα χάλια και κόντεψε να τούρθει ταμπλάς. Στο τέλος τα βρόντηξε και τη κοπάνησε απελπισμένος για άλλα λιμάνια.  

Κάπου εκεί και έχασα τα χνάρια του Σταύρου.

Βέβαια τα σπέσιαλ γεγονότα σε μια φάμπρικα δε τελειώνουν ποτέ!

Μπορώ ποτέ να ξεχάσω φιλίες που κράτησαν μια ζωή. 

Συνάδερφοι που γίναν αδερφια, αξέχαστος ο φίλος μου ο Θ. που δυστυχώς μας άφησε στη ματαιότητά μας.

Όλα όσα θα αναφέρω είναι όλα με αγάπη και σεβασμό.

Ο Θ, λοιπόν είχε από τη φύση του μια παθολογική φοβία για ορισμένα είδη εντόμων. Έτσι μια μέρα στο κήπο του, ενώ περιποιόταν τα διάφορα φυτά, μια ρημαδοακρίδα προσγειώθηκε στο χέρι του και όπως κρατούσε στο άλλο το δρεπανάκι, το κατέβασε με φόρα να σκοτώσει την ακρίδα, αλλά αντί ακρίδας έγινε ένα ευμεγέθες κόψιμο, ευτυχώς χωρίς να πειράξει κάτι παραπάνω.

Άλλη μια φορά, στο χώρο του γεμίσματος των  μπουκαλιών, με διάφορα υγρά και για να είναι και η διεύθυνση του εργοστασίου σύμφωνη με την εντολή του υπουργείου, είχε δημιουργηθεί ένα ντούζ που περισσότερο θύμιζε αποχωρητήριο χωριάτικο. Εκεί λοιπόν πήγαινε ο Θ. και έκανε που και που κανένα μπανάκι.

Μια μέρα, όπως ήταν ολόγυμνος και με τις σαπουνάδες, σηκώνοντας το κεφάλι του ψηλά είδε στο πάτερο δυο κατσαριδάρες και έντρομος , άνοιξε τη πόρτα και πετάχτηκε έξω προς τέρψη των εργατριών κάπου 80 τον αριθμόν και διασκέδασαν με τη καρδιά τους το γεγονός. 

Φυσικά στο νέο εργοστάσιο οι εγκαταστάσεις , έγιναν σύγχρονες και λειτουργικές, αλλά και εκεί είχαμε τα ευτράπελα.

Συνάδερφος, εργάτης συνήθιζε να κλέβει χρόνο και να κάνει το μπανάκι του. Τον πήρε χαμπάρι κάποιος "φίλος" του και τη κρίσιμη στιγμή του ξεβγάλματος από τα σαπούνια του έκοψε το κρύο νερό και χωρίς να καταλάβει τη πουστιά το δύστυχο θύμα ζεματίστηκε από το καυτό νερό που του ήρθε απρόσμενα. Εμείς το μάθαμε από τις κραυγές πόνου του ταλαίπωρου χωρίς ποτέ να μάθουμε τον υπαίτιο του κακού.

Ένας άλλος πάλι, το είχε βρει δίπορτο, τα είχε με τη μάνα αλλά παντρεύτηκε τη κόρη χωρίς να σταματήσει τη σεξουαλική του διπλή δραστηριότητα. Αλλά αγαπάει ο Θεός το κλέφτη αλλά δεν αφήνει και στην απέξω το νοικοκύρη. Θεός είναι, ότι θέλει κάνει. Έτσι μια μέρα η αγαπημένη του γυναικούλα τους έπιασε στα πράσα. Μεγάλο το σοκ, αλλά και μεγαλύτερη η εκδίκηση.  Όλοι οι φίλοι του πήραν το μεζέ τους από μια αγνώριστη πλέον Μ. Έτσι για την ιστορία, εγώ έμεινα έξω από το χορό και ας με είπανε και μ@λ@κ@ .

Βέβαια θα μπορούσα να γράψω ολόκληρα βιβλία, αλλά θα τελειώσω με τον αξέχαστο φίλο και συνάδελφο Γ. Κ.

Δεν είχε έρθει στη δουλειά και ανησυχήσαμε γι'αυτό με το σχόλασμα αντί για σπίτι, πήγαμε με το φίλο μου το Θ. στο Περιστέρι που έμενε ο Γ.Κ.

Είχε, ένα λαϊκό σπίτι άνετο με μεγάλη αυλή. 

Μπαίνοντας από τη πόρτα βρεθήκαμε σε ένα χάος από απλωμένα ρούχα, σεντόνια, κουρελούδες και ο,τι άλλο μπορεί να έχει ένα σπίτι για άπλωμα. Τα παραμερίσαμε και φωνάζοντας το συνάδελφο το βλέπουμε να πετάγεται πανικόβλητος, αποτρέποντας μας να πλησιάσουμε φωνάζοντας "Μη πλησιάζετε, φύγετε γρήγορα, έχουμε κολλήσει ψείρες από τα παιδιά".

Αυτό ήταν! Και 'μεις όπου φύγει - φύγει. 

Οπότε από το μυαλό του Θ. περνάει η ολέθρια ιδέα.

-Και αν όπως περνούσαμε κάτω από τα ρούχα, μας έπεσε και σε μας καμιά ψείρα;

Τι ήταν να το πει; Μόνο με την ιδέα ότι υπήρχε και αυτή η πιθανότητα άρχισε μια ακατάπαυστη φαγούρα που δε σταμάτησε παρά μετά από ένα ζεστό λυτρωτικό μπάνιο. 

Αυτά για σήμερα και θα τα ξαναπούμε, ξετυλίγοντας το κουβάρι των αναμνήσεων μου .

Χατζηκυπραίος Αργύρης.